- καλλιοινία
- καλλιοινία, ἡ (Μ)η καλή ποιότητα τού κρασιού.[ΕΤΥΜΟΛ. < καλλ(ι)-* + -οινία (< -οινος < οἶνος), πρβλ. ηδυ-οινία, φιλ-οινία].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
καλλιοινίᾳ — καλλιοινίᾱͅ , καλλιοινία goodness of wine fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καλλιοινίαν — καλλιοινίᾱν , καλλιοινία goodness of wine fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)